ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ, ΜΙΑ ΥΠΟΘΕΣΗ ΚΟΣΤΟΥΣ

0

Κυκλοφορεί σήμερα στο χώρο της βιομηχανίας μια ιστορία, ανέκδοτο, που δίνει γλαφυρά αρκετές από τις παραμέτρους του προβλήματος, διότι περί προβλήματος πρόκειται.

Σε μία λοιπόν βιομηχανία υπάρχει μια γραμμή παραγωγής με ένα ραδιενεργό μικρό μέτρο μέτρησης του πάχους κάποιων φύλλων υλικού.

Ο υπεύθυνος τεχνικός ασφαλείας, κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης ημερήσιας περιήγησης του στους χώρους παραγωγής,αντιλαμβάνεται έναν εργάτη από το εργολαβικό προσωπικό του εργοστασίου να έχει τα μάτια κοντά στην ραδιενεργό οπή του μικρο μέτρου και να κοιτάει έκθαμβος. Έξαλλος ο μηχανικός του δείχνει την πινακίδα που έγραφε «Κίνδυνος – Θάνατος,Ραδιενέργεια, μην πλησιάζετε».

Στήλη άλατος ο εργάτης δείχνει να μην αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει. Αφού αυτό επαναλαμβάνεται δυο – τρεις φορές, ο εργάτης πηδάει, κατεβάζει την πινακίδα και του τη δίνει. Ήταν Αλβανός, δεν καταλάβαινε ελληνικά και νόμιζε ότι ο υπεύθυνος ασφαλείας του ζητούσε να κατεβάσει τη πινακίδα.

Πώς να κατανοήσει βέβαια την επικινδυνότητα του ραδιενεργού μικρο μέτρου;

Πώς όμως θα μπορούσε να αποφευχθεί το συμβάν της ιστορίας;

Κατ’ αρχήν με την ύπαρξη προστατευτικών κιγκλιδωμάτων που θα καθιστούσαν αδύνατη κάθε πρόσβαση.

Δεύτερον, με την ύπαρξη, από τη πλευρά του εργοστασίου ή της τεχνικής εταιρείας, ενός επιβλέποντος εργοδηγού εξοικειωμένου και σε θέματα ασφαλείας.

Τρίτον, με τον εφοδιασμό των εργατών με τον κατάλληλο εξοπλισμό ασφαλείας.

Τέταρτον, με τον έλεγχο στην πύλη του εργοστασίου του προσωπικού του εργολάβου, ώστε να μην υπάρχουν παράνομοι αλλοδαποί εργαζόμενοι και τέλος με την επιμόρφωση του εργολαβικού προσωπικού σε θέματα ασφαλείας πριν αρχίσει το έργο.

Όλα αυτά εφικτά βέβαια, προϋποθέτουν επενδύσεις και από την πλευρά των βιομηχανιών και από τη πλευρά των τεχνικών εταιρειών οι οποίες, ακόμη και στη περίπτωση που υπήρχαν χρήματα, θα επιβάρυναν το τελικό προϊόν.  Η επιβάρυνση αυτή σε μια οικονομία, η οποία δεν βρίσκεται και στις καλύτερες μέρες της, είναι δυσβάσταχτη και απαγορευτική. Θα αντέτεινε όμως κάποιος ότι σε θέματα ζωής αντιπαρερχόμεθα το κόστος ή ότι οι επενδύσεις στην ασφάλεια είναι παραγωγικές, κάτι το οποίο ασφαλώς είναι απολύτως σωστό.

Πώς όμως με τη σημερινή ασφυξία στην αγορά θα μπορέσει να επενδύσει σε θέματα ασφαλείας ο μικρός και μεσαίος βιομήχανος, αλλά πολλές φορές και ο μεγάλος;

Πώς ο σημερινός βιομήχανος θα αντιληφθεί την αναπτυξιακή διάσταση της ασφάλειας όταν πολλές φορές νομίζει ότι η ανάπτυξη της επιχείρησης του βασίζεται όχι στις ικανότητές του ή στην ανταγωνιστικότητα της επιχείρησής του, αλλά στην κρατική επιδότηση και παρεμβατικότητα;

Πώς θα συνειδητοποιήσει ο εργαζόμενος την ανάγκη να τηρεί τις συνθήκες ασφαλείας όταν, λόγω της οικονονομικής  δυσπραγίας,αναγκάζεται να εργάζεται εβδομαδιαίως υπερωριακά πολύ περισσότερο από τις νόμιμες ώρες εργασίας, ή να έχει δύο και τρεις απασχολήσεις;

Πώς θα απαιτήσει, από τη διοίκηση της μονάδος στην οποία εργάζεται, εξοπλισμό ασφαλείας και συνθήκες ασφαλείας όταν κινδυνεύει με απόλυση;

Πώς μέσα στις παρούσες οικονομικές συνθήκες θα πείσουμε τον εργαζόμενο να μην απαιτεί επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, αλλά να απαιτεί να βελτιωθούν οι συνθήκες τις εργασίας του;

Όλοι γνωρίζουν ότι, οι περισσότερες απεργίες γίνονται με οικονομικά αιτήματα, ενώ τα αιτήματα για τις συνθήκες ασφαλείας και υγιεινής είναι για το θεαθήναι.

Φυσικά βέβαια στο όλο θέμα εμπλέκεται και ο μηχανικός, το εξιλαστήριο πολλές φορές θύμα της υφιστάμενης κατάστασης, ο οποίος αναγκάζεται να υπογράψει σαν υπεύθυνος για έργα ή παραγωγικές δραστηριότητες τις οποίες, εκ των πραγμάτων, δεν μπορεί να επιβλέψει. Τον σύρουν στα δικαστήρια για εργατικά ατυχήματα, υπεύθυνοι των οποίων πολλές φορές είναι ο ίδιος ο εργαζόμενος ή ο εργοδότης.

Στο επιχείρημα ας μην αναλαμβάνει ευθύνες στις οποίες δεν  μπορεί να ανταποκριθεί, η απάντηση είναι πως μια τέτοια συμπεριφορά είναι ο ασφαλέστερος δρόμος προς την ανεργία.

Ο μηχανικός, κατά κανόνα, γνωρίζει τις συνθήκες ασφαλείας που απαιτεί μια παραγωγική δραστηριότητα, ένα έργο. Οι γενικότερες όμως συνθήκες δεν του επιτρέπουν να τις εφαρμόζει. Έργο το οποίο προκύπτει μια ώρα πριν την έναρξή του και είναι αδύνατο να προγραμματισθεί χωρίς να υπάρχουν μεγάλες απώλειες παραγωγής, είναι σίγουρο ότι δεν θα ανταποκρίνεται στους κανόνες ασφαλείας.

Θέμα λοιπόν οικονομίας είναι και ο ρόλος του Μηχανολόγου-Ηλεκτρολόγου σε θέματα βιομηχανίας.

Μήπως όμως θέμα οικονομίας δεν είναι και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει το θέμα το κράτος, που δεν θέλει να πιέσει όλους τους εμπλεκομένους με το ζήτημα φορείς και γι’ αυτό το υφιστάμενο καλό νομικό καθεστώς, κινδυνεύει να έχει την τύχη ενός άλλου που αφορά τις επιβλέψεις των βιομηχανιών από Μηχανολόγους-Ηλεκτρολόγους;

Συγκεκριμένα παρά τη ρητή διατύπωση στον σχετικό νόμο, ότι βιομηχανίες με ιπποδύναμη μεγαλύτερη από ένα όριο οφείλουν να έχουν είτε μόνιμο είτε περιστασιακά απασχολούμενο έναν Μ-Η, ο νόμος αυτός,καταστρατηγείται από πολλές, κυρίως μικρές και μεσαίες βιομηχανίες, με την ανοχή πολλές φορές του Υπουργείου Βιομηχανίας.

Μήπως επίσης και το ζήτημα του τεχνικού ασφαλείας θα έχει την ίδια κατάληξη, αλλά το έργο θα παιχθεί από άλλη υπηρεσία;

Φαίνεται λοιπόν, ότι στην υφιστάμενη οικονομική κατάσταση λίγα πράγματα μπορούν να γίνουν στις μικρές και μεσαίες βιομηχανίες ενώ στις μεγάλες τα ζητήματα ασφαλείας βρίσκονται σε σωστό δρόμο και με ορατή την προοπτική μεγαλύτερης βελτίωσης.

Παρ’ όλα αυτά η κατάθεση των παρακάτω δύο προτάσεων  αποτελούν ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Η πρώτη αφορά την ανάληψη από τους Συλλόγους Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων της ευθύνης παρακολούθησης της διαδικασίας εφαρμογής των νόμων. Έτσι ενώ σήμερα οι υπεύθυνες δηλώσεις για την ανάληψη της επίβλεψης των βιομηχανιών υποβάλλονται τόσο από τον μηχανικό όσο και από τον εργοδότη απευθείας στη Διεύθυνση Βιομηχανίας, θα μπορούσε, τουλάχιστον οι πρώτες, να υποβάλλονται μέσω του Συλλόγου Μ-Η, ο οποίος θα από-τελούσε και τη δικλείδα ασφαλείας του συστήματος.

Κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε να γίνει και προς την Διεύθυνση των επιθεωρήσεων υγιεινής και εργασίας.

Μια άλλη πρόταση θα μπορούσε να είναι η θεσμοθετημένη συμμετοχή εκπροσώπων του Συλλόγου σε όλα τα αρμόδια όργανα. Την συμμετοχή αυτή θα αναλάβει να καλύψει οικονομικά ο ίδιος ο σύλλογος μέσα από έσοδα που θα εισπράττει αν υλοποιηθεί η πρώτη πρόταση.

Τέλος όλοι οι εμπλεκόμενοι με το θέμα, βιομηχανίες,τεχνικές εταιρείες, μηχανικοί και εργαζόμενοι, λειτουργώντας μέσα στο υφιστάμενο νομικό καθεστώς, μπ»