ΣΥΝΕΧΗ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΑ ΕΥΑΛΩΤΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ ΛΑΜΒΑΝΕΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ. (Συνέντευξη στην εφημερίδα «Κόντρα», στις 20-02-2022)

1.Ήδη καταγράφεται δραματική αύξηση στις τιμές των ελληνικών ομολόγων. Αντέχει η Ελλάδα τέτοια αύξηση στο κόστος δανεισμού;
Ο υψηλός πληθωρισμός και η αναμονή μίας στροφής στην πολιτική επιτοκίων για την ευρωζώνη ασκεί πιέσεις στα κρατικά ομόλογα, κυρίως στις χώρες ευρωπαϊκού Νότου. Η Ελλάδα όμως αντέχει στην αύξηση αυτή του κόστους δανεισμού. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει στην ανάλυσή του και ο οίκος Fitch, η αναθεώρηση της προοπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας σε θετική, αντανακλά την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και τη συρρίκνωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Οι δύο συγκεκριμένοι παράμετροι υποστηρίζουν μια ταχύτερη από την αναμενόμενη πτώση του δημόσιου χρέους εν μέσω αυξανόμενου, αλλά ιστορικά χαμηλού κόστους δανεισμού (η απόδοση του 10ετούς ομολόγου μεταξύ 2015 και 2019 ήταν περίπου 6,25% κατά μέσο όρο).
Το μαξιλάρι ρευστότητας της Ελλάδας είναι σημαντικό και τα ευνοϊκά χαρακτηριστικά της πλειονότητας του ελληνικού κρατικού δημόσιου χρέους σημαίνουν ότι το κόστος εξυπηρέτησης θα παραμείνει χαμηλό και τα χρονοδιαγράμματα απόσβεσης διαχειρίσιμα, ενώ η μέση ωρίμανση των ελληνικών ομολόγων στα 20,5 χρόνια είναι από τις μεγαλύτερες από κάθε άλλο κράτος.
2 . Η κυβέρνηση δέχεται πιέσεις από τους θεσμούς προκειμένου να μην προχωρήσει ούτε σε παροχές ούτε σε εκλογές. Μήπως διαμορφώνεται εκ νέου μια κατάσταση πολιτικής και οικονομικής επιτροπείας;
Η απόφαση του Πρωθυπουργού να μην προχωρήσει σε αλόγιστες παροχές και σε εκλογές είναι αποκλειστικά δική του και δεν έχει σχέση με πιέσεις από θεσμούς. Πάγια θέση του Πρωθυπουργού είναι η εξάντληση της τετραετίας και η διεξαγωγή εκλογών το 2023, όπως έχει δηλώσει επανειλημμένα καθώς το να εξαντλούμε τον εκλογικό κύκλο είναι σωστό και υγιές για τη δημοκρατία μας. Η κυβέρνηση, τον έναν και κάτι χρόνο που απομένει θα επιμείνει στην πολιτική της σταθερότητας σε συνδυασμό με τη θεσμική αξιοπιστία. Η σταθερότητα της χώρας και της οικονομίας έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία και δεν πρέπει να διαταράξουμε την πορεία στην οποία κινούμαστε. Η αντιπολίτευση έχοντας ήδη μπει η ίδια σε παρατεταμένη προεκλογική περίοδο, έχει αρχίσει να ζητάει τα πάντα, καθώς ως γνωστόν τα αιτήματα δεν έχουν κόστος. Η κυβέρνηση δεν πρόκειται να ακολουθήσει αυτή την τακτική, καθώς στόχος της είναι, το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, η ισορροπία ανάμεσα στην απαραίτητη οικονομική στήριξη των πιο ευάλωτων και τη δημοσιονομική σταθερότητα. Δε βλέπω, λοιπόν, σε συνδυασμό και με την πρώτη ερώτηση κανέναν λόγο οικονομικής και πολιτικής επιτροπείας.
3. Ο πληθωρισμός έχει ξεπεράσει το 6,2% και οι τιμές των βασικών καταναλωτικών αγαθών έχουν φτάσει στα ύψη. Πώς θα αντιμετωπίσει την κατάσταση η κυβέρνηση;
Είναι αλήθεια ότι ο πληθωρισμός είναι υψηλός. Η μεταβολή του δείκτη τιμών καταναλωτή κινείται κοντά στο 6%, κυρίως λόγω των διεθνών πιέσεων στον ενεργειακό τομέα.
Η ελληνική κυβέρνηση ενεργώντας πάντα με βάση τον δημοσιονομικό χώρο, που έχει στη διάθεσή της, λαμβάνει μέριμνα για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά. Για αυτό προχώρησε σε ορισμένα μόνιμα μέτρα όπως η αυξημένη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά περίπου 300 εκατομμύρια, επιπλέον του προϋπολογισμού και τη μείωση του ΦΠΑ στις ζωοτροφές και τα λιπάσματα από το 13% στο 6%. Ταυτόχρονα, η διπλή αύξηση του κατώτατου μισθού μαζί με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και της παράτασης καταβολής των υποχρεώσεων των πολιτών, λόγω πανδημίας, προς το κράτος, αποτελούν ένα συνολικό πλέγμα μέτρων με το οποίο ανακουφίζονται -όσο είναι εφικτό- τα νοικοκυριά από την τρέχουσα συγκυρία.
Επιπλέον, η επιδότηση ρεύματος και φυσικού αερίου θα είναι, τουλάχιστον μέχρι και το τέλος του τρίτου τριμήνου, το βασικό μέτρο στήριξης κατά της ακρίβειας ενώ εξετάζεται η λήψη έκτακτου επιδόματος στους χαμηλοσυνταξιούχους, στους εργαζομένους που λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό καθώς και στους ανέργους για την περαιτέρω στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών. Να τονίσω ότι η κυβέρνηση «έδωσε» ήδη 2 δις για να καλύψει μέρος της αύξησης του ενεργειακού κόστους.
4.Τα πρόσφατα γεγονότα της Θεσσαλονίκης ενεργοποίησαν τα αντανακλαστικά της πολιτείας η οποία λαμβάνει επιτέλους μέτρα. Οι νέες ποινές που θα προβλέπονται για τους χούλιγκαν πιστεύετε ότι μπορούν να σταματήσουν τη βία στα γήπεδα αλλά και στους χώρους εκτός γηπέδων;
Ένα σοβαρότατο και, δυστυχώς, άλυτο έως σήμερα πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας ήρθε ξανά στην επιφάνεια μετά τη δολοφονία του 19χρονου Άλκη στη Θεσσαλονίκη. Η οπαδική βία μαστίζει τη χώρα για σχεδόν 40 χρόνια, με τις παρεμβάσεις και τα μέτρα που λαμβάνονταν κάθε φορά που το φαινόμενο ήταν σε έξαρση να μην επαρκούσαν για να δοθεί λύση μια και καλή.
Αυτήν τη φορά όμως, τα αντανακλαστικά της κυβέρνησης ήταν ακαριαία. Τώρα μπαίνουν οι τελευταίες πινελιές στο σχέδιο νόμου που θα έρθει άμεσα στη Βουλή. Τα μέτρα κινούνται γύρω από τους συνδέσμους οπαδών και τη λειτουργία τους, τον ρόλο και τις ευθύνες των ΠΑΕ, την αυστηροποίηση του Ποινικού Κώδικα και την περαιτέρω ενεργοποίηση της ΕΛ.ΑΣ. εντός και εκτός αθλητικών χώρων. Αυτές οι παρεμβάσεις αλλά και οι στοχευμένες κινήσεις, σαν αυτές που ανακοίνωσε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και αφορούν την είσοδο στα γήπεδα οργανωμένων οπαδών με εισιτήρια διαρκείας και επαναφορά του «ιδιωνύμου», δηλαδή της απαγόρευσης αναστολής και μετατροπής των ποινών, θεωρείται πως θα βοηθήσουν στη μείωση των κρουσμάτων οπαδικής βίας, τόσο εντός όσο και εκτός γηπέδων.
5.Ο Αλέξης Τσίπρας σε πρόσφατη συνέντευξη του δήλωσε πως η ΔΕΗ πρέπει να λειτουργεί ως δημόσια επιχείρηση. Τι σημαίνει μια επανακρατικοποίησή της;
Ο κ. Τσίπρας, όπως κάνει πάντα όταν βρίσκεται στην αντιπολίτευση, έχει μια εύκολη συνταγή για όλα. Λεφτά, προσλήψεις και κρατικοποιήσεις. Υποστήριξε πως θα ξανάδινε το Δ στην ΔΕΗ, δηλαδή τον δημόσιο χαρακτήρα της και θα προχωρούσε σε επανακρατικοποίηση, νοσταλγώντας τα χρόνια της παταγώδους αποτυχίας της διαχείρισής της όταν όδευε προς χρεοκοπία και η αξία της μετοχής ήταν ένα ευρώ ενώ σήμερα είναι γύρω στα εννέα. Μια υποτιθέμενη κυβέρνηση Τσίπρα πού θα βρει τα αρκετά δισεκατομμύρια που χρειάζονται για να ξαναγοράσει τα ποσοστά που πουλήθηκαν μεταξύ άλλων και σε διεθνείς κολοσσούς; Φάνηκε ότι αγνοεί τη διεθνή πραγματικότητα και δεν κατανοεί το μέγεθος και τις διαστάσεις των κρίσεων για αυτό και η πολιτική του πρόταση εξαντλείται ξανά στο ότι με ένα νόμο και ένα άρθρο η πραγματικότητα αυτή θα αλλάξει.