Σχέδιο και πολιτική βούληση η «συνταγή ανάπτυξης» για τη Θεσσαλονίκη (Άρθρο στη «Μακεδονία της Κυριακής», 30-06-2019)

0
Το στοίχημα της δεκαετίας του 1990, να αναδειχθεί η Θεσσαλονίκη σε πόλη-επίκεντρο της Ν.Α Ευρώπης και σε μία ευρωπαϊκή μητρόπολη, αλλά ταυτόχρονα να ισχυροποιήσει τη θέση της στο εσωτερικό, δεν έχει σε καμία περίπτωση κερδηθεί.
Κύριος παράγων που συνέβαλε στη σημερινή κατάσταση είναι η έλλειψη πραγματικά ενός εθνικού, μακρόπνοου σχεδιασμού, ο οποίος πέρα από κομματικές και προσωπικές στρατηγικές, θα συνένωνε τις κοινωνικές, πολιτικές και παραγωγικές δυνάμεις, τόσο της περιοχής, όσο και του «κέντρου των πάντων» στη χώρα μας, της Αθήνας.
Ένα δίπολο Αθήνας – Θεσσαλονίκης θα μπορούσε -εκμεταλλευόμενο την οικονομική και πολιτική δύναμη της πρώτης και τη γεωγραφική θέση της δεύτερης- μπορούσε να προωθήσει πολύ γρήγορα θέματα που επιφανειακά αναφέρονταν στη Θεσσαλονίκη, αλλά ουσιαστικά αφορούσαν όλη την Ελλάδα.
Σήμερα, παρά την οικονομική κρίση και τα πολλαπλά προβλήματα που αυτή έφερε στην κοινωνία επιτακτικό προβάλει το ερώτημα «ποια Θεσσαλονίκη θέλουμε;».
Το ερώτημα αυτό δεν αφορά αποκλειστικά την αισθητική και το αδικούν όσοι, μετ’ επιτάσεως, προβάλλουν μονοσήμαντα αυτή την πλευρά. Η αισθητική, πολύ βέβαια σημαντική συνιστώσα ζωής, αφορά κυρίως στην αστική τάξη του κέντρου της πόλης και αδυνατίζει σταδιακά όσο περνάμε στην περιφέρεια και σε περισσότερο λαϊκές τάξεις.
Ακόμη το ερώτημα αυτό δεν μπορεί να έχει στο κέντρο του το δίπολο συντήρηση ή πρόοδος σε κάθετη μορφή όπως ορισμένες πλευρές προσπαθούν να μας πείσουν, αλλά διατρέχει όλους τους πολιτικούς χώρους οριζόντια.
Διότι δεν είναι σωστό, ζητήματα που αφορούν ουσιαστικά την αισθητική της πολιτικής συμπεριφοράς και του λόγου, να προτάσσονται έναντι της ουσίας, κρύβοντας έμμεσα απόψεις, οι οποίες αφορούν την ελληνικότητα, την ορθοδοξία, τον πατριωτισμό, ή τον κοσμοπολιτισμό.
Αφού, λοιπόν, δεχθούμε ότι η συζήτηση για τη Θεσσαλονίκη είναι ευρύτερη, τότε θα παραδεχθούμε εύκολα ότι περικλείει κυρίως τις αναπτυξιακές προοπτικές όλης της πόλης, γεγονός που μετατρέπει αυτόματα όλα τα ζητήματα σε πολιτικά.
Ένα κυρίαρχο παράδειγμα αφορά στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης με επίκεντρο το οποίο όλη η Βόρεια Ελλάδα μπορεί να γίνει το εμπορευματικό κέντρο της Ν.Α. Ευρώπης, όπως ακριβώς είναι η Ολλανδία για την Βορειοκεντρική Ευρώπη. Η ανάπτυξή του όμως περνά σίγουρα μέσα από την ιδιωτικοποίηση η οποία επιχειρήθηκε στο παρελθόν, αλλά έπεσε στο κενό έχοντας απέναντί της τμήμα του πολιτικού προσωπικού της πόλης και διάφορες συνδικαλιστικές ομάδες.
Απαιτήθηκε να περάσουν περισσότερο από δέκα χρόνια για να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί πριν από 15 μήνες η εμβληματική αυτή παραχώρηση που μπορεί να αλλάξει τη μοίρα όλης της Κεντρικής Μακεδονίας.
Σχέδιο, πολιτική βούληση, υπομονή και δουλειά, είναι λοιπόν τα συστατικά στοιχεία της «συνταγής» ανάπτυξης για τη Θεσσαλονίκη, τη Βόρεια Ελλάδα και για όλη τη χώρα ενώ το πρόβλημα της ανάπτυξης της πόλης, είναι ευρύτερο και είναι βαθιά πολιτικό.
Όλα τα παραπάνω απαιτούν μια κυβέρνηση που να μπορεί να λύνει προβλήματα, να προωθεί δράσεις, να στηρίζει τον ιδιωτικό τομέα, να αξιοποιεί τα ευρωπαϊκά προγράμματα και να κινητοποιεί πόρους.
Παράλληλα, ο συντονισμός τους απαιτεί σχέδιο και μέθοδο, μακριά από ανέξοδες υποσχέσεις και λαϊκισμούς, χαρακτηριστικά που διακρίνουν τον πρόεδρό της ΝΔ, κύριο Κυριάκο Μητσοτάκη.
Όλοι μαζί στις 7 Ιουλίου μπορούμε να φέρουμε την πολιτική αλλαγή και να βάλουμε τις βάσεις για την ισχυρή ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης μέσα σε μια αυτοδύναμη Ελλάδα.