0

Η Κυβέρνηση, για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους, προβάλλει το άνοιγμα τωνκλειστών επαγγελμάτων ως ζήτημα προτεραιότητος για την ανάπτυξη, θέλοντας,σκοπίμως, να αποκρύψει τις μεγάλες ευθύνες της για την ύφεση στην οποία έχειεπιβάλλει την ελληνική οικονομία.

 

Την ίδια στιγμή, παραγνωρίζει ότι παρόμοιες διαρθρωτικές αλλαγές, ακόμα καιόταν κρίνονται αναγκαίες, αφορούν δεκάδες χιλιάδες ελληνικές οικογένειες στιςοποίες πρέπει να δοθεί ένα μεταβατικό στάδιο ώστε να μπορέσουν ναπρογραμματίσουν, στοιχειωδώς, ένα διαφορετικό μέλλον από αυτό που αρχικά είχανσχεδιάσει.

 

Κυρίως όμως δεν λαμβάνει υπόψη της τη σχετική νομολογία Ευρωπαϊκών καιΕλληνικών δικαστηρίων ούτε το καθεστώς που διέπει διάφορα επαγγέλματα σε χώρεςμέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Έτσι, ειδικά για το επάγγελμα του φαρμακοποιού αγνοεί, εσκεμμένα, ότι:

 

α) Υπάρχει νομολογία των Ευρωπαϊκών δικαστηρίων σύμφωνα με την οποία τοκοινοτικό δίκαιο δεν αποκλείει ρύθμιση που επιτρέπει μόνο σε φαρμακοποιούς ναδιατηρούν και να εκμεταλλεύονται φαρμακείο,

 

β) Πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας στην Ελλάδα αναφέρει πως δεν αντιβαίνει στο Σύνταγμα η θέσπιση πληθυσμιακών κριτηρίων γιατην ίδρυση νέων φαρμακείων και

 

γ) Μόνο στην επικράτεια του νομού Θεσσαλονίκης λειτουργούν τόσα φαρμακείαόσα σε όλη την Αυστρία.

 

Ακόμα όμως και αν δεχθούμε ότι το επάγγελμα του φαρμακοποιού πρέπει να«ανοίξει», οφείλει η Κυβέρνηση να θεσπίσει αρχές και κανόνες που θα αποτρέπουντη δημιουργία καρτέλ, ενώ θα επιτρέψουν με χρήση φορολογικών κινήτρων, τιςσυνενώσεις φαρμακείων, δημιουργώντας έτσι τις κατάλληλες συνθήκες για βιώσιμεςκαι μεγαλύτερες μονάδες.

 

Ταυτόχρονα η Κυβέρνηση, όσο και αν είναι υπερβολικός ο παραλληλισμός, πρέπεινα θυμάται ότι στην πρώην Σοβιετική Ένωση και στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπηςστον 20ό αιώνα, είδαμε ουσιαστικά να καταστρέφεται η ζωή πολλών γενεών στηνπροσπάθεια να οικοδομηθεί, μελλοντικά πάντα, ένας ουτοπικός σοσιαλισμός.

 

Ας μην επιχειρήσει, λοιπόν, το ίδιο στην Ελλάδα, καταστρέφοντας τη ζωήχιλιάδων οικογενειών σε μια βίαιη προσπάθεια εκσυγχρονισμού της οικονομία μας,χωρίς σχέδιο και πρόγραμμα, αναζητώντας αντίβαρα μιας αδιέξοδης οικονομικήςπολιτικής.

 

Τέλος, όσοι από εμάς είναι, αναφανδόν, υπέρ των διαρθρωτικών αλλαγών, καλόείναι να συνεχίσουν να τις υποστηρίζουν με θέρμη, ακόμα και όταν θα τουςαφορούν και θα μειώνουν το δικό τους οικονομικό επίπεδο και όχι μόνο των άλλων.